Δευτέρα 28 Αυγούστου 2017

Εκείνη την Κυριακή καμία εκκλησία δεν λειτούργησε.

             


Χιλιάδες Έλληνες συνωστίζονται στο λιμάνι προσπαθώντας να μπουν στα πλοία
και να φύγουν για την Ελλάδα…"

Mαρία Ρεπούση,Ιστορία ΣΤ' δημοτικού.

Στα νεότερα και σύγχρονα χρόνια,Αθήνα, εκδ. ΟΕΔΒ, 2006, σελ. 100
***************************************************************




Απάντηση ...από την

Ελένη Καραντώνη  

για τη σφαγή που έγινε από τα κεμαλικά στρατεύματα
. ΗΜαρτυρία προέρχεται απότο δίτομο"Έξοδος"του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών.
ΗΕλένη Καραντώνη ζούσεστο Μπουνάρμπασι, έντεκα χιλιόμετρα βορειανατολικά της Σμύρνης.
Το Μπουνάρμπασι είχε χίλιους κατοίκους, 
από τους οποίους οι οκτακόσιοι ήταν Έλληνες

                 
                     … Άρχισε ο στρατός μας να φεύγει. 
                           Χτυπούσαν τις πόρτες μας
                        και ζητούσαν ρούχα για να βγάλουν 
                          το χακί από πάνω τους.

                        Πόσους δεν ντύσαμε! Οι μεγάλοι οι δικοί μας ξεκουμπιστήκαν
                          και φύγανε κι αφήσαν τον κόσμο στο έλεος του Θεού.
         Έφταναν οι στρατιώτες ξυπόλητοι, γυμνοί, κουρελιασμένοι, πρησμένοι, νηστικοί.


Οι Τούρκοι κατεβαίναν και σφάζαν τους Έλληνες. Το ίδιο έκαναν και οι δικοί μας. Παντού φωτιά και μαχαίρι άκουες και έβλεπες. 


. Παντού φωτιά και μαχαίρι άκουες και έβλεπες. Από τους κατοίκους του Μπουνάρμπασι έμειναν καμιά δεκαριά οικογένειες… Μερικοί κατάφεραν να φύγουν, σέρνοντας με την κοιλιά προς το Σικλάρι και από κει στη Σμύρνη.


Τους άλλους όλους τους ατιμάσανε, τους σφάξανε, τους κρεμάσανε, τους κάψανε. Κι εκείνους που κατάφεραν από το Σικλάρι να φτάσουν στη Σμύρνη, όταν ήρθε ο Κεμάλ, τους έπιασε και τους έσφαξε
Εμείς βρισκόμασταν στη Σμύρνη. Πλημύρρα οι μαχαλάδες στο αίμα. Βάλανε φωτιά οι Τούρκοι, μια ώρα μακρυά.

"Μη φοβάστε είναι μακρυά",μας είπε ο νοικοκύρης του σπιτιού που μέναμε. Σ' ένα τέταρτο η φωτιά είχε έρθει σε μας. Ρίχνανε βενζίνη και προχωρούσε. Βγήκαμε στο δρόμο. Φωτιά από τη μια, θάλασσα από την άλλη. Βρισκόμασταν στη μέση. Και οι Τσέτες (σ.τ.σ. οι άτακτοι Τούρκοι) βρίσκονταν στη μέση, και σφάζαν και σκοτώναν.

Τη νύχτα οι Τσέτες έκαναν επίθεση ν' αρπάξουν, να σφάξουν, ν' ατιμάσουν."Βοήθεια! Βοήθεια!"φώναζε ο κόσμος. Τα εγγλέζικα πλοία ήταν απέναντι. Έριχναν τους προβολείς. Σταματούσαν για λίγο.


Τη νύχτα θέλαμε να πάμε προς νερού μας. Πήγαμε λίγο πιο έξω, φρίκη! Βρεθήκαμε σε μια χαβούζα (σ.τ.σ. μεγάλο ανοιχτό λάκο). Γύρω γύρω, στα χείλια της χαβούζας σπαρταρούσαν κορμιά, και μέσα η χαβούζα ήταν γεμάτη κεφάλια.

Έπαιρναν όποιον έπιαναν, τον πήγαιναν στην άκρια της χαβούζας, έκοβαν το κεφάλι και το έριχναν μέσα στην χαβούζα και τα κορμιά τα άφηναν να σπαρταρούν γύρω γύρω. Ήταν φοβερό.


Όσοι το είδαν τρελάθηκαν. Το τρελοκομείο γέμισε από τρελούς σαν ήρθαμε. Εκεί σ' αυτό το μέρος χάσαμε και τον πατέρα μου. Τον αδελφό μου τον έσφαξαν στο χωριό.
Έβγαλαν, μετά, ιταλικά και ελληνικά πλοία και μας πήραν. Πόσους; Ούτε ένα είκοσι τοις εκατό δεν επήραν. Τέτοια καταστροφή δεν είδαν τα μάτια μου





                            Εκείνη την Κυριακή ...

                καμία εκκλησία δεν λειτούργησε.

Ένα αποπροσανατολισμένο τάγμα του ελληνικού στρατού που προσπαθούσε να φθάσει στην ακτή, αποτελούμενο από 6.000 περίπου άνδρες, συγκρούστηκε με τον τουρκικό στρατό στο προάστιο Παράδεισος και, μετά από μια ψευτομάχη, παραδόθηκε στους αντιπάλους. 


Αιχμαλωτίστηκαν όλοι, μαζί με κάποιους τελευταίους βραδυπορημένους Έλληνες στρατιώτες που εξαντλημένοι είχαν απομείνει στη Σμύρνη. Κάποιοι από αυτούς μπόρεσαν να μπουν σε ελληνικά σπίτια, να ντυθούν με πολιτικά και να γλυτώσουν. Η ελληνική στρατιωτική παρουσία στη χερσόνησο της Μικράς Ασίας τελείωνε…


Την ίδια ώρα, χιλιάδες έντρομοι Έλληνες και Αρμένιοι προσπαθούσαν να βρουν άσυλο σε εκκλησίες, προξενεία και ξένα ιδρύματα. Η αρμένικη συνοικία το πρωί της Κυριακής είναι ένα οστεοφυλάκιο. 


Σχεδόν κανένα σπίτι ή μαγαζί δεν έμεινε απαραβίαστο, οι περιουσίες είχαν εξανεμιστεί και τα λάφυρα μεταφέρονταν σε τεράστιες ποσότητες, φορτωμένα σε κάρα, ενώ κάρα φορτωμένα με πτώματα στέλνονταν στο εσωτερικό της χώρας.


 Πτώματα κείτονταν παντού, ενώ συνεχίζονταν οι βιασμοί των γυναικών και οι παιδοκτονίες. Χιλιάδες Αρμένιοι προσπαθούν να βρουν καταφύγιο στην μητρόπολη του Αγίου Στεφάνου.

 Ο G. Horton περιγράφει: Τα κομψά στρατιωτικά αποσπάσματα που είχαν εγγυηθεί την ασφάλεια και είχαν δημιουργήσει στους κατοίκους κάποια εμπιστοσύνη ότι ο τακτικός στρατός είχε αρχίσει να λειτουργεί και να προστατεύει τους πολίτες, είχαν τώρα ως βασική απασχόληση το κυνήγι και τον φόνο των Αρμενίων. 


Οι βιαιοπραγίες των πρώτων ημερών της τουρκικής κυριαρχίας είχαν ως κύριο στόχο την αρμενική κοινότητα, αλλά δεν περιορίστηκαν σε αυτήν. Εξαπλώθηκαν στον ελληνικό πληθυσμό, και σε πολύ μικρότερη έκταση, σε οικογένειες και ιδιοκτησίες των Λεβαντίνων. Πυροβολισμοί, ουρλιαχτά γυναικών και πτώματα εξαπλώνονται πλέον σε όλη τη Σμύρνη και τα ακριβά προάστια του Μπουρνόβα, του Παραδείσου, του Κορδελιού, του Μπουτζά…

 Οι ξένες δυνάμεις είχαν αποβιβάσει στη Σμύρνη μικρά στρατιωτικά αποσπάσματα για να φρουρούν η καθεμία αποκλειστικά και μόνο τα δικά της προξενεία, εκκλησιές, νοσοκομεία, εκπαιδευτικά ιδρύματα ή ακόμα και οικίες επιφανών συμπολιτών τους, όχι πάντα με απόλυτη επιτυχία. Στο λιμάνι συνεχιζόταν πάντα η εναγώνια προσπάθεια των προσφύγων να βρουν ένα πλωτό μέσο για να απομακρυνθούν…


Το μεσημέρι, εισήλθε στην πόλη από την τουρκική συνοικία ο Μουσταφά Κεμάλ, με μια πομπή καλογυαλισμένων αυτοκινήτων, διακοσμημένων με κλάδους ελιάς, όπου τους υποδέχτηκε το ιππικό. Ήταν η στιγμή που ονειρευόταν για τρία ολόκληρα χρόνια. 

Η διανοούμενη Χαλιντέ Εντίπ, στέλεχος του Κεμάλ, ήταν μαγεμένη: «Με μια αστραπιαία κίνηση, δυο μακριές σειρές ιππέων τράβηξαν τα σπαθιά τους από τις θήκες και ο ήλιος άστραφτε πάνω στο ατσάλι, καθώς μας προσπέρασαν καλπάζοντας στις δυο πλευρές μας.»

 Την ίδια ημέρα οι τουρκικές δυνάμεις απελευθέρωσαν την Προύσα. Όταν τα νέα έφτασαν στην Άγκυρα, αφαιρέθηκε η μαύρη ταινία από το βήμα της Εθνοσυνέλευσης. Η περίοδος πένθους της νέας Τουρκίας είχε, συμβολικά τουλάχιστον, τελειώσει.


Η πρώτη κίνηση του Κεμάλ ήταν να εγκαταστήσει στην πόλη τουρκική διοίκηση, με φρούραρχο τον αρχιστράτηγο Νουρεντίν πασά, άνθρωπο σκληρό, αδίστακτο και φιλόδοξο, ο οποίος έτρεφε άσβεστο μίσος για τους ξένους. Οι σκεπτόμενοι ανησύχησαν για αυτή την επιλογή.

Ο Νουρεντίν πασάς, όμως, εγγυήθηκε την ασφάλεια της πόλης, λέγοντας ότι όλοι θα συνεχίσουν τη ζωή και τις δουλειές τους, όπως πριν.


 Οι κάτοικοι της Σμύρνης ήλπιζαν ότι η βία θα σταματούσε, αλλά δεν γνώριζαν ότι ο Κεμάλ είχε ήδη στείλει τηλεγράφημα στην Κοινωνία των Εθνών, 
προειδοποιώντας ότι επειδή τα πνεύματα του τουρκικού πληθυσμού είναι εξημμένα, η κυβέρνηση της Άγκυρας δεν θα είναι υπεύθυνη για τυχόν σφαγές


. Το ίδιο απόγευμα, ο μητροπολίτης Χρυσόστομος και οι δημογέροντες της πόλης Κλημάνογλου και Τσουρουκτσόγλου παρουσιάστηκαν μετά από πρόσκληση στον Νουρεντίν πασά, για να «λάβουν οδηγίες» από τον νέο διοικητή της πόλης… Αυτός τους παρέδωσε στον εξαγριωμένο τουρκικό όχλο, στα χέρια του οποίου βρήκαν μαρτυρικό θάνατο και διαμελίστηκαν. 




Ο Κεμάλ παρέμενε στη Σμύρνη και το ίδιο απόγευμα επισκέφτηκε το πολυτελές ξενοδοχείο και σύμβολο της ζωής της Σμύρνης «Γκραντ Οτέλ Κράιμερ Πάλας». Παρήγγειλε ένα ρακί και ρώτησε τον σερβιτόρο:

 Ήρθε ποτέ εδώ ο βασιλιάς Κωνσταντίνος για να πιεί ένα ποτήρι ρακί; 






                              



πηγές http://www.thebest.gr/news/
 http://clubs.pathfinder.gr/aktina

                        



 
                          

                      
                         

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα δημοσιεύματα δεν αποτελούν θέση η άποψη δική μας αλλά Πολιτών και Bloggers. Επίσης δημοσιεύονται άρθρα εφημερίδων και περιοδικών.
Παρακαλούμε όταν υποβάλετε σχόλιο, να μην χρησιμοποιείτε υβριστικούς χαρακτηρισμούς
και να αποφεύγετε τα greeklish.