Κυριακή 12 Αυγούστου 2012

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΩΝ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ

                                          βρε μπαγάσα περνάς καλά κει πάνω ?
ΝΙΚΟΛΑΣ ΑΣΙΜΟΣ
               


Μια μοναχική φιγούρα σιωπηλά ανηφορίζει το λόφο του Στρέφη,
 διασπώντας το μισοσκόταδο της σκέψης,
καθώς ο άνεμος απλώνει βιαστικά έναν ψίθυρο... "
Νικόλας Άσιμος.
 Ουχί Νίκος, ουδέ Νικόλαος. Νικόλας και το "Άσιμος" με γιώτα..."




             



Νικόλαος Ασημόπουλος ήτανε το επίσημό του όνομα.


Γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου του 1949 στη Θεσσαλονίκη

Παιδαρέλι ακόμη, αρχίζει να δείχνει τον ανήσυχο χαρακτήρα του. Τον χαρακτηρίζει πλούσια αντίληψη, περιέργεια και σιγουριά, ενώ ο νεανικός εγωισμός βρίσκεται στο ζενίθ του. Οξύθυμος σαν φιτίλι, χωρίς ωστόσο να κρατάει κακία σε κανέναν. "Μόνο τον Νίκο που είχα, ήταν σαν να μεγάλωσα δέκα παιδιά", έλεγε η μητέρα του.





Mέσα Δεκεμβρίου, στην καφετέρια που βρισκόταν στο δώμα του Λευκού Πύργου, "Ο Νικόλας Ασιμος και η παρέα Του", χωρίς μικρόφωνα και εξοπλισμό, εμφανίζονται μπροστά από κοινό.
Η επιτυχία ήταν άμεση. Η διάθεση για πρόζα κυριαρχεί και η συνεργασία περνάει δοκιμασία. Ταυτόχρονα, αρχίζουν τα πηγαινέλα και στην Ασφάλεια. Ο Νικόλας αντιδρά, όμως είναι πλέον αργά. Η συνεργασία αποτελεί πια παρελθόν.

Αρχίζει να μηχανεύεται τρόπους να αποφύγει την θητεία, ενώ το Σεπτέμβριο δημοσιεύεται για πρώτη φορά κείμενό του σε έντυπο. (Περιοδικό "Panderma", τεύχος 9 - Εκδότης Λεωνίδας Χρηστάκης). Ακολουθεί μια επιστολή διαμαρτυρίας στην εφημερίδα "Αυγή" και καθώς ο πρώτος μεταπολιτευτικός χειμώνας μπαίνει, ο Νικόλας, βάζει εκ νέου στοίχημα με τον εαυτό του. Δημιουργεί το "Μουσικό Θέατρο Φτώχειας" ("Μου.Θε.Φτω."), ένα φιλόδοξο μουσικό-θεατρικό σχήμα. Το στεγάζει στην Μνησικλέους 15 (Πλάκα) και βαφτίζει το μαγαζί "Ζωντανό Καφενείο", με κοινοβιακές βλέψεις, σκετσάκια, τραγούδια, χορογραφίες κλπ. Το μαγαζί παρόλες τις επίμονες και κοπιαστικές πρόβες δεν έχει απήχηση στο κοινό και ακολουθεί το θλιβερό λουκέτο.
 
Το 1975 μπαίνει και ο Νικόλας βρίσκει παρηγοριά στην Λίλιαν Χαριτάκη και στην κιθάρα του. Ξανακτυπάει για τρίτη φορά την πόρτα της "ΛΥΡΑ" και βρίσκει επιτέλους ανταπόκριση. Ο Α. Πατσιφάς του δίνει το πράσινο φως και το 45αρι με την πρώτη δισκογραφική δουλειά του, παίρνει σάρκα και οστά τον Μάιο, σε ενορχήστρωση Γιώργου Στεφανάκη.
Η επιτροπή λογοκρισίας έχει αντίθετη άποψη και χωρίς ουσιαστικά προσχήματα απαγορεύει εν ψυχρώ τις ραδιοφωνικές μεταδόσεις των τραγουδιών.
Παρασκευή 28 Μαΐου του 1976, έρχεται στον κόσμο η "Νιουνιού", όπως συνήθιζε να αποκαλεί ο Νικόλας την κορούλα του Λίλιαν. Ανάμεσα από πολλές δυσκολίες, χωρίς δουλειά, άθλια οικονομικά και συνθήκες πείνας προσπαθεί να σταθεί όρθιος. Γράφει αρκετά επιστρατεύοντας τις καλλιτεχνικές του δυνάμεις με σκοπό την άμεση πολιτική και κοινωνική παρέμβαση, περνώντας μπόλικες ώρες αγκαλιά με την κιθάρα του.


Επιστρέφει στην πώληση περιοδικών στα κάγκελα του Πολυτεχνείου, ενώ ο αντιμιλιταρισμός και οι πολιτικές του παρεμβάσεις είναι πιο έντονες από ποτέ. Μάλιστα με αφορμή τη σύλληψη του Φίλιππα και της Σοφίας Κυρίτση, ο Νικόλας με εκρηκτικό τρόπο και με την "Νιουνού" αγκαλιά, πλακώνει στα ανακριτικά γραφεία με ένα πλαστικό πιστόλι-παιχνίδι, προκαλώντας χάος και πανικό. Το τραγούδι "Είμαστε Τρομοκράτες", το έγραψε για τη σύλληψη του ζεύγους Κυρίτση και το πρωτοτραγούδησε στο θέατρο "Αλάμπρα", μαζί με τους Μιχάλη Σύρπο και Μάριο Μεγαπάνο.


ην άνοιξη του 1978 τον καλούν να παρουσιαστεί στην Πολεμική Αεροπορία, στην Τρίπολη. Επιστρατεύοντας θεατρικά κοστούμια, παρτάλια και ότι άλλο βρήκε στο δρόμο του, εισέρχεται με ιερό μένος στο στρατόπεδο. Εκεί γίνεται της κακομοίρας με τον ¶σιμο να πρωταγωνιστεί σε μία καλοστημένη παράσταση, πουλώντας τρέλα δεξιά κι αριστερά. Τελικά κερδίζει αναβολή για άλλο ένα χρόνο.
¶νοιξη του 1979, παρουσιάζεται εκ νέου στην Πολεμική Αεροπορία, στο Ελληνικό αυτή τη φορά. Συνοδευόμενος από τον ποιητή Σωτήρη Μπουσμπουρέλη, στήνει άλλη μία θεατρική παράσταση με πλήρη επιτυχία. Με τη διάγνωση "Σχιζοειδής Ψύχωσις", παίρνει αναβολή για ένα ακόμη χρόνο.

Το καλοκαίρι του 1982, διασχίζει για τελευταία φορά την πόρτα της επίσημης δισκογραφίας. Με τη βοήθεια του Β. Παπακωνσταντίνου, υπογράφει συμβόλαιο με την εταιρεία "Μίνως". Αρχές Νοεμβρίου κυκλοφορεί τελικά τον δίσκο "Ο Ξαναπές", ο οποίος υπήρξε η αφορμή για την κορύφωση ενός αμείλικτου πολέμου από τους πρώην συνεργάτες του και την αναρχίζουσα κοινωνία των Εξαρχείων. Με διαθέσεις αυτοσαρκασμού συνθηκολογεί σιωπηλά με τις κατηγορίες που εκτοξεύονται εναντίον του και κλείνεται περισσότερο στον εαυτό του, συντηρώντας μονάχα τις μουσικό-θεατρικές του εμμονές.
Τον Οκτώβρη του 1982 αρχίζει μια σειρά εμφανίσεων με τους αδελφούς Νασιάκους, στην μπουάτ "Σκάιλαμπ", (Πλάκα), ενώ αργότερα συνεχίζει μαζί με το Χ. Ζυγομαλά και άλλους καλλιτέχνες τις εμφανίσεις στο ίδιο μαγαζί κάτω από τον τίτλο "Τάδε Έφη".


Στα 1983 με κλονισμένες τις ισορροπίες από τον ανελέητο πόλεμο και το φόβο των εγκλεισμών να ανεμίζει πάνω από το κεφάλι του, ξεκινάει την εσώτερή του "Βόλτα". Εγκαταλείπει αρχικά το υπόγειο στην Αραχώβης και ταυτόχρονα συμμετέχει σε δύο ταινίες. Τα "Βαποράκια" του Παύλου Τάσιου και στο "Ρεμπέτικο" του Κώστα Φέρρη. Τα καθημερινά συμβάντα στο δρόμο όμως κορυφώνονται επικίνδυνα. 
Νοικιάζει στην Καλλιδρομίου 55 το γνωστό μαγαζάκι και το μετατρέπει σε "Χώρο Προετοιμασίας". 
Οι μπάτσοι πλακώνουν συχνά-πυκνά. Η διαδρομή γνωστή: Τμήμα - Δαφνί - Καλλιδρομίου, κι απ' την αρχή. Ξύλο, ηλεκτροσόκ, ενέσεις, είναι μερικά από τα λυπηρά ανείπωτα του παρασκηνίου. Η "Βόλτα" του Νικόλα εκδηλώνεται πλέον μέσα από σημάδια και οιωνούς. Ο Βασιλιάς, ο Σοφός κι ο Γελωτοποιός ενσαρκώνονται με μιας σε ένα οριστικό μπέρδεμα.

Βράδυ Σαββάτου, στις 7 Ιουνίου 1987, στο διαμέρισμα της Ζαΐμη 56, λαμβάνει χώρα μια παρανοϊκή "Τελετή Μύησης" με την οικειοθελή παρουσία μιας κοπελιάς που ο έσχατος της φόβος συνδυάζεται με τις παρανοϊκές ιδέες και πράξεις του Νικόλα και οδηγούν στη σύλληψη και προφυλάκισή του με τις αβάσιμες κατηγορίες: "Βιασμός κατ' εξακολούθηση και παράνομη κατακράτηση". Κατά την διάρκεια της προφυλάκισής του η κοπελιά αποσύρει τη μήνυση εναντίον του, όμως ο εισαγγελέας έχει αντίθετη άποψη, έτσι παραμένει στον Κορυδαλλό μέχρι τέλη Ιουνίου οπότε βγαίνει με χρηματική εγγύηση που καταβάλλει η οικογένειά του.

Βγαίνοντας από το κελί, με τις κατηγορίες να του βαραίνουν την ψυχή, βυθίζεται κυριολεκτικά στην "Σχιζοφρενοβλαβίωσή" του. Οι περίοικοι και ο διαχειριστής του κάνουν τη ζωή δύσκολη, ενώ δεν λείπουν περιστατικά χρήσης βίας εναντίον του. Παλεύοντας με τους εφιάλτες του, σε μια προσπάθεια ψυχικής ανάκαμψης συμμετέχει στην βιντεοταινία "Ανθρωποφάγοι στην Τιβί" του Νίκου Ζερβού. Ίδια πάνω κάτω εποχή κάνει και ένα πέρασμα από την ταινία του Κώστα Φέρρη "Oh Babylon".


Τον Οκτώβριο και παρά τη θέλησή του, έπειτα από οδηγίες του πατέρα του, οδηγείται διά της βίας στην ιδιωτική ψυχιατρική κλινική "Γαλήνη". Βγαίνοντας από την κλινική, κυριολεκτικά ράκος από τα ψυχοφάρμακα, τον περιμένει η δικαστική εξουσία που σαν στοργική μητέρα με ένα καταπέλτη - βούλευμα 22 σελίδων τον παραπέμπει σε δίκη για βιασμό.


 
Η αφόρητη πίεση της επικείμενης δίκης, το τσεκούρι της έξωσης να ανεμίζει πάνω απ' το κεφάλι του, η φοβία των ψυχιατρείων και η ρετσινιά του βιαστή που κατακτά το μυαλό του, τον κάνουν κυριολεκτικά κομμάτια. Κρίσεις μελαγχολίας τον σφυρηλατούν, αυτοαπομόνωση, απελπισία και απεγνωσμένες προσπάθειες να κρατηθεί...Μάταια όμως. 

Το θλιβερό σκηνικό που διαδραματίστηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της Πέμπτης 17 Μαρτίου 1988, καθώς το σκοινί στο λαιμό του ξεκλείδωνε τις πύλες του Συνειδητού Θανάτου δύσκολα μπορεί να το περιγράψει κανείς...Καλοτάξιδος όπου κι αν είσαι "Μπαγάσα"...


Άραγε την ώρα που έφευγε τι να σκεφτόταν;


Η κηδεία του Νικόλα, έγινε το απόγευμα της Παρασκευής 18 Μαρτίου 1988 στο νεκροταφείο της Καλλιθέας στη Νέα Σμύρνη, παρουσία 200 περίπου ατόμων, σε μια εξαιρετικά φορτισμένη ατμόσφαιρα:

Δεν υπάρχει σύμπαν
Υπάρχουν μόνο στιγμές
Συμπαντικές στιγμές

Αν φτάσεις στην ακινησία
Μπορείς παντού να ταξιδέψεις..."


Κάποτε θα με διαβάζεις ίσως, θ' ακούσεις τα τραγούδια μου,
 θα με κατανοήσεις. Αλλά δε θάμαι πια εγώ, θάναι αυτή η μάσκα
 που φορούν στους πεθαμένους. Όσους τους χρησιμοποιούν
 μετά τον θάνατό τους, όταν οι ίδιοι δεν υπάρχουν.

 Όσο υπήρχα με φοβόσουν. Όσο υπήρχα δε με άντεχες.

 Δεν είχες καν τη δύναμη να μείνεις ένα δευτερόλεπτο
 κοντά, άμα σου το ζητούσα. Θα προτιμούσα να μη με διάβαζες
 ποτέ. Είναι καλύτερο ν' αγοράσεις ή να κλέψεις ένα μπλουζάκι
  με τη φάτσα μου επάνω τυπωμένη. Κι ας σου φαίνεται γελοίο.
  Κι ας μου φαίνεται γελοίο."

ΑΝΤΙΟ ΒΡΕ ΜΠΑΓΑΣΑ…


******************




ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ






Η Κατερίνα Γώγου δεν ήταν το χαριτωμένο κακομαθημένο τρελλοκόριτσο των παλιών ελληνικών ταινιών με την εικόνα του οποίου έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό,δεν ήταν φεμινίστρια ούτε στρατευμένη στο κόμμα ποιήτρια,δεν έκανε ποτέ δημόσιες σχέσεις και δεν αναφέρθηκε ποτέ σε ανθολογίες ποιητών της γενιάς της,η Κατερίνα δεν συμβιβαζόταν...

*******************



Είδα απ'το τζάμι μια σφαίρα να μου χτυπάει την παλάμη την αριστερή ,αίματα και τα σκουπίδια να ανασαίνουνε.

Η μάνα μου ήταν στην κουζίνα κι ο πατέρας ούτε που ξέρω,ανοίγω την πόρτα και πάω στα σκουπίδια.

Κι εκεί είδα,δεν δίνω δεκάρα αν με πιστεύετε,το πιο όμορφο αγόρι που είχα δει στη ζωή μου.Ήτανε κουκουλωμένος εκεί,κρατούσε ένα οπλοπολυβόλο,είχε αραιά ξανθά γένια και μακριά ξανθά μαλλιά.Τα μάτια του...δεν ξέρω τι χρώμα είχαν.Έμοιαζε ή ήτανε ο Χριστός.
'Φύγε, κοριτσάκι, φύγε',μου είπε, 'απο δω.Θα με σκοτώσουν'.


Πήρα μια πολύ βαθιά ανάσα για να τρέξω γρήγορα.
'Σκύψε να σε φιλήσω', μου είπε.
Ήμουνα ήδη στο σπίτι.
Ο πρώτος αντάρτης και ο τελευταίος που ερωτεύτηκα ήτανε αντάρτης των πόλεων.









****************

  
Η Γώγου είχε άσχημα παιδικά χρόνια ,λόγω της προβληματικής σχέσης της με τον πατέρα της,τον οποίο θεωρούσε διανοούμενο αλλά και "πολύ περίεργο άνθρωπο"


Ωραία είναι οι δυο μας βόλτα εκεί στο θάνατο,που με μάθαινες ποιηση από τις λυτές επιτύμβιες πλάκες με τις αρχαίες ρήσεις.
Τι καλός που είσαι που μ'έμαθες από πέντε χρονων να διαβάζω εφημερίδα!


Εσυ που ξέρεις τόσα, μα τόσα πολλά, πήρα το κώνειον, έφαγα όλο το φαί, όλα μου τα χάπια.Ερχόμουνα όπως με είχες εκπαιδεύσει στη Βία, να σε βρω στο καφενείο, στου Μακρυγιάννη,που έπαιζες πρέφα, να σου θυμίσω να με δείρεις, αλλά δεν είχε τελειώσει η παρτίδα καιμου'λεγες :

"Ξανάλα σε μια ώρα",κι εγώ ερχόμουν ξανά και ξανά,μέχρι να αισθανθώ τη βία σαν λύτρωση, μαθαίνοντας να προσεύχομαι σ'αυτό που δεν ήξερα, στο Θεό, να με δείρεις με την πέτσινη λούρα σου, να με χτυπάς στα γονατά και στα καλάμια με τα μυτερά σου καφετιά παπούτσια, ν'ανοίγεις το ραδιόφωνο, το αρχαίο, πολύ δυνατά, μήπως κλαίω πολύ δυνατά κι έρθει ο διπλανός οδοντογιατρός, που ήταν κι αυτός κομουνιστής, κι εσύ διευθυντής στο υπουργείο Γεωργίας,στο Δημόσιο, και γίνεις ρεζίλι.


Και βέβαια σ'αγάπαγα κι ακόμα σ'αγαπώ, ήθελα να'σουν γαλήνιος, να μην πονάς τόσο πολύ.Ήθελα να σε μάθω:ΑΓΑΠΑΩ




*****************

Η προδοσία στη ζωή της Γώγου μπαίνει από μικρή ηλικία,στα 13 της ο πατέρας της και οι αστυνομικοί την κηνυγήσανε ,γιατί το είχε σκάσει απ'το σπίτι και κρυβότανε με έναν γέρο αλκοολικό σε μια οικοδομή.Κι όταν μια βραδιά το'σκασε πάλι και κοιμήθηκε σ'ένα παγκάκι,την κυνήγησε πάλι η Ασφάλεια,δεν την βρήκε, αλλά τη "δουλειά" την έκανε η οικογένεια της,εκτός της μητέρας της, την πήγανε στο αστυνομικό τμήμα όπου της έγινε φάκελος.Από μικρή στο κλεφτοπόλεμο...

Εδώ θα σταματήσω αυτή την κουβέντα μας, όμως θα τα ξαναπούμε,γιατί αισθάνομαι βαθιά πως κάτι δεν ξέρω.Και ίσως μέσα απ'αυτό το γραπτό βρω κάποια ίαση στη ψυχή μου, γιατί εγώ ,μπαμπά, πονάω αιώνια πολύ...
...Δεν ξέρω αν είμαι σε θέση να σου δώσω συγχώρεση όμως σ'αγαπάω πολύ.

Τα προβλήματα με τον πατέρα της βγήκαν από γραπτά της που εκδόθηκαν μετά τον θανατό της γιατί όπως έλεγε κι η ίδια "Δεν θέλω να γίνω μελό, δεν πουλάω τα παιδικά μου χρόνια, ούτε τα πρόσφατα "


Η πρώτη ταινία μου, χωρίς σύμβαση, ήταν του Αλέκου Σακελλάριου."Το ξύλο βγήκε απ'το παράδεισο".Ο Σακελλάριος με είχε ανακαλύψει σε κάποιο, πιθανότατα, μπουλούκι, τη Νένα Νέζερ θυμάμαι και τον Ζαζά.Ο Σακελλάριος με βοήθησε.

Η Γώγου ερμήνευσε έναν συγκεκριμένο τύπο γυναίκας σε δεύτερους και τρίτους ρόλους,την ελαφρόμυαλη γυναίκα-παιδί της οποίας τα ενδιαφέροντα περιορίζονται σε πάρτι,μοντέρνους χορούς και ποπ μουσική και με μία ψευτοεπαναστατικότητα χωρίς καμιά πολιτική διάσταση.Η ίδια όμως προετοίμαζε έναν άλλο ρόλο,αυτόν της ποιήτριας που ζητούσε έναν άλλον κόσμο,πιο δίκαιο,πιο ανθρώπινο.


Η ποιήση της Κατερίνας Γώγου είναι κραυγή ελευθερίας στην έρημο της απάθειας και της νωχελικότητας της κοινωνίας.Δεκαπέντε χρόνια μετά τον θανατό της η Ελλάδα βυθισμένη σ'έναν λήθαργο παρακμής και πνευματικής ανυπαρξίας δείχνει ανίκανη να κατανοήσει τον κοφτερό ριζοσπαστικό λόγο της.



Παρόλα αυτά και παρότι η Γώγου ήταν αποκλεισμένη από τα εκδοτικά κυκλώματα καθώς κι απ'τα ΜΜΕ ,τα ποιητικά βιβλία της πουλάγανε απ'τη Μεταπολίτευση και μετά ,πιάνοντας αριθμούς που μόνο ο Ελύτης κι ο Ρίτσος τους φτάνανε.Την ποίηση της την διάβασαν και την διαβάζουν οι νέοι άνθρωποι και την ανακαλύπτουν συνεχώς όλο και περισσότεροι .


Η Γώγου ήταν η ποιήτρια των περιθωριακών,των κυνηγημένων απ'τη ζωή και το σύστημα,γιατί κι η ίδια ανήκε εκεί.Η υπερβολική χρήση αλκοόλ και χαπιών την έβγαλε σ'έναν αυτοκαταστροφικό δρόμο όπου βρήκε αρκετούς συνοδοιπόρους,συνήθως όμως 
παροδικούς.



Έγραψε ποιήματα για πόρνες,ναρκωμανείς,αναρχικούς,τραβεστί δείχνοντας την αθλιότητα μιας καταπιεστικής,γεμάτης υποκρισία κοινωνίας,την απελπισία και την γκετοποίηση της Αθήνας και αγκαλιάζοντας τους ως μάνα ποιήτρια αδυνατόντας όμως να 
τους απαλλάξει απ'την δυστυχία τους όπως αδυνατούσε να απαλλαχτεί κι αυτή η ίδια.


Η αυτοκτονία του Άσιμου κι ο θάνατος από ναρκωτικά του Σιδηρόπουλου ήταν στη συνείδηση της δολοφονίες που είχαν διαπραχθεί από την κοινωνία και η μοναξιά της γινόταν ακόμα πιο βασανιστική όταν σκεφτόταν πως η μόνη που επέζησε προσπαθώντας να μην απεμπολίσει τα ιδανικά της ήταν η ίδια:


 
«Ακου καλά...Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Νικόλας Άσιμος .Τον δολοφόνησαν κι αυτόν...ο Παύλος Σιδηρόπουλος-τον φάγανε κι αυτόν...Η μόνη επιζήσασα --για να ιδώ-εγώ...»
Τρομοκρατημένη δεν ήταν μόνο από τον θάνατο αλλά και από τους ανθρώπους που πρόδωσαν την ίδια,τη ζωή τους,τις ιδέες τους,την προσωπικότητα τους:










Πέθανε στις 3 Οκτωβρίου 1993 σε ηλικία 53 ετών από υπερβολική δόση αλκοόλ και χαπιών.Ένας φίλος που την επισκέφτηκε στο σπίτι της στον Κεραμεικό κάλεσε το ασθενοφόρο,ήταν όμως ήδη νεκρή όταν έφτασε στο "Ιπποκράτειο"

 
Στις 7 Οκτωβρίου ενταφιάστηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.Στην κηδεία ήταν η μάνα της και η κόρη της ποιήτριας,οι τραγουδιστές Γιώργος Νταλάρας,Β.Παπακωνσταντίνου,Αφροδίτη Μάνου οι ηθοποιοί Α.Καφετζόπουλος,Σ.Παράβας,Μ.Βούρτση πολλά μέλη του αντιεξουσιαστικού χώρου όπως η δικηγόρος Κ.Ιατροπούλου,ο Μακης Μπουκουβάλας κ.α.

«Η Κατερίνα ήταν μια ταραγμένη ψυχή. Ένιωθε σαν αγρίμι παγιδευμένο, ήταν διαρκώς σε διωγμό. Μια λέξη μπορούσε να την πληγώσει, μια κίνηση να την ταπεινώσει. 

Δυο μήνες πριν πεθάνει την συνάντησα τυχαία. Ήταν γερασμένη, σαν μάγισσα από παραμύθι, με άσπρα μαλλιά, ατημέλητη, με βραχνή φωνή... Η Κατερίνα πέθανε αγρίμι όπως έζησε και σαν αγρίμι.»

Νίκος Κούνδουρος
Σκηνοθέτης


«Το τελευταίο χρόνο ένιωθε πως είχε κλείσει ο κύκλος της. Τις τρεις τελευταίες μέρες γύρισε στο σπίτι που μεγάλωσε, στης γιαγιάς, στο Μεταξουργείο. Μπήκε μέσα στο χαμό»

Μυρτώ Τάσιου


Πάει. Αυτό ήταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σουχα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που δεν θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
κι ούτε που θα σε ξαναδώ.






 





               
                                                         ΠΑΥΛΟΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ

























Τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός, μουσικός, ηθοποιός, συγγραφέας διηγημάτων και θεατρικών που δε δημοσιοποιήθηκαν, μεταφραστής βιβλίων αποκρυφισμού που άφησε στη μέση:



ο Παύλος Σιδηρόπουλος ήταν αναμφίβολα ένας πολυτάλαντος άνθρωπος με πολύπλευρη προσωπικότητα. Γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου του 1948 στην Αθήνα και πέθανε το απόγευμα της 6ης Δεκεμβρίου από ανακοπή καρδιάς λόγω υπερβολικής δόσης ηρωίνης στο σπίτι μιας φίλης του στο Νέο Κόσμο. 


Πολλοί τον τοποθέτησαν δίπλα στην Κατερίνα Γώγου και στο Νικόλαο Άσιμο για να χαρακτηρίσουν και τους τρεις «Αγίους των Εξαρχείων», κάποιοι τον παρομοίασαν με τον Τζιμ Μόρισον, τον Κερτ Κομπέην, και τον Τζαίημις Ντην, άλλοι προσπαθούν ακόμα ν' ανακαλύψουν ποια είναι η κυρία «Κ.», και αρκετοί μαθητές του λυκείου συνεχίζουν να γράφουν στα τετράδια τους στίχους του «Να μ' αγαπάς» ή του «Άντε και καλή τύχη μάγκες». 


Φαντάζομαι πως ένα μέρος της διαχρονικότητάς του (ελπίζω το μικρότερο) οφείλεται στο ότι το τρίπτυχο Εξάρχεια - ναρκωτικά - αναρχία ασκεί γοητεία σε όσους γεννηθήκαμε στις αρχές της δεκαετίας του '90 και νοσταλγία στους μεγαλύτερους. 


Όμως, ο Σιδηρόπουλος δεν είναι απλά ένα σύμβολο των Εξαρχείων ή μια περιθωριακή φιγούρα της εγχώριας ροκ μουσικής, αλλά ένας κορυφαίος καλλιτέχνης που χάρη στη μουσική του κέρδισε την αθανασία. Κατάφερνε με την ίδια ευκολία να τραγουδήσει ροκ, ερωτικές μπαλάντες και σατιρικά τραγούδια, να συνθέσει μπλουζ, ρεμπέτικα και ροκ εντ ρολλ, να γράψει κοινωνικούς, επιθετικούς και λυρικούς στίχους. 



Ο ίδιος, αναφερόμενος στο κοινό του που αποτελούταν κυρίως από έφηβους, είχε σταθεί ιδιαίτερα στη στιχουργική του ικανότητα:«Κοίταξε να δεις ποια είναι η συλλογιστική μου. 
Γράφω μια μουσική που τους είναι οικεία και νιώθουν άνετα. Έτσι μπορώ να λέω ό, τι πιστεύω. 


Από κει και πέρα σκέφτονται ότι ο Σιδηρόπουλος είναι δικός μας, για να λέει αυτά κάτι θα θέλει να μας πει. Θέλω μ' άλλα λόγια να τους προβληματίσω για το στίχο, γιατί πιστεύω ότι ο Έλληνας έχει ανάγκη πολύ περισσότερο από λογοτεχνική παιδεία παρά από μουσική παιδεία. 


Κι αυτό το λέω γιατί νιώθω περισσότερο στιχουργός παρά μουσικός. Μια λέξη μπορεί να μ' απασχολήσει κι ένα μήνα, ενώ η μελωδία δε μ' ενδιαφέρει και τόσο πολύ όσο μ' ενδιαφέρει να τα πω». 


Σε μια εποχή που τα ελληνικά ροκ κομμάτια ήταν γραμμένα κατεξοχήν στην αγγλική γλώσσα, ο Σιδηρόπουλος τόλμησε να ντύσεις τις μελωδίες του μ' ελληνικούς στίχους: «Έχει μεγάλη δυσκολία να μπει ελληνικός στίχος στη ροκ μουσική αλλά πώς να το κάνουμε, πρέπει να παλέψεις. Πρώτα θα βγει λίγο κουτσό, λίγο τραυματισμένο, μετά όμως θα βρει το δρόμο του. Θέλει ειδική μελέτη. Εγώ κουράστηκα, αλλά βρήκα τα μυστικά της ελληνικής γλώσσας και τώρα ο στίχους κολλάει. Κοφτά, λέξη προς λέξη. Και νιώθω μεγάλη ικανοποίηση γιατί αυτό το ''ταξίδι'' το 'βγαλα πέρα μόνος μου.»  





 




ΑΥΤΟΙ  ΕΙΝΑΙ  ΟΙ ΑΓΙΟΙ  ΤΩΝ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ ..ΕΙΝΑΙ ..ΔΕΝ ΗΤΑΝ.. ΓΙΑΤΙ ΑΝ ΚΑΝΕΙΣ ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΣΤΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ ..ΘΑ ΤΟΥΣ ΔΕΙΣ ΠΑΝΤΟΥ ..ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ ΣΕ ΑΦΙΣΣΕΣ ..ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα δημοσιεύματα δεν αποτελούν θέση η άποψη δική μας αλλά Πολιτών και Bloggers. Επίσης δημοσιεύονται άρθρα εφημερίδων και περιοδικών.
Παρακαλούμε όταν υποβάλετε σχόλιο, να μην χρησιμοποιείτε υβριστικούς χαρακτηρισμούς
και να αποφεύγετε τα greeklish.